Ticker

6/recent/ticker-posts

Header Ads Widget

Responsive Advertisement

Ιστορικές φράσεις του Κολοκοτρώνη

 


Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γεννήθηκε «εις τα 1770, Απριλίου 3, την Δευτέρα της Λαμπρής… εις ένα βουνό, εις ένα δέντρο αποκάτω, εις την παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενον Ραμαβούνι», όπως αναφέρει στα Απομνημονεύματά του. Ήταν γιος του κλεφτοκαπετάνιου Κωνσταντή Κολοκοτρώνη (1747-1780) από το Λιμποβίσι Αρκαδίας και της Γεωργίτσας Κωτσάκη, κόρης προεστού από την Αλωνίσταινα Αρκαδίας.

Ο θρύλος θέλει τον παππού του, τον γέρο Γιάννη Κολοκοτρώνη, τον παλιό ήρωα της κλεφτουριάς, όταν είδε για πρώτη φορά τον εγγονό του, να λέει πως δυστυχώς ούτε αυτό το μωρό αλλά ούτε και τα παιδιά του δεν θα έβλεπαν την Ελλάδα ελεύθερη. Αυτή ήταν μια προφητεία που δεν βγήκε αληθινή. Ο Κολοκοτρώνης ήταν η σπίθα που ένα ολόκληρο γένος περίμενε.

Αν και δεν ήταν άνθρωπος μορφωμένος με την ακαδημαϊκή έννοια του όρου, ο Κολοκοτρώνης «μιλούσε» στην καρδιά των απλών ανθρώπων. Σάρκα από την σάρκα τους ήταν, άλλωστε. Ο Γέρος του Μοριά μιλούσε την γλώσσα τους. Ο λόγος του κάθε άλλο παρά ξύλινος ήταν.

«Ο Θεός έβαλε την υπογραφή του για τη λευτεριά της Ελλάδας και δεν την παίρνει πίσω», είχε πει παραμονές της σκληρότατης μάχης με τον Δράμαλη, με τον μεγαλύτερο στρατό που είχε δει ποτέ η Πελοπόννησος. «Σήμερα γεννηθήκαμε και σήμερα θα αποθάνουμε για την ελευθερία της πατρίδας», φώναξε στους στρατιώτες του στα Δερβενάκια, όταν είδε πως πράγματι ο Δράμαλης γύρναγε προς την Κόρινθο και δεν θα πήγαινε στην Τριπολιτσά όπως είχε καταφέρει να ξεγελάσει τους υπόλοιπους Έλληνες οπλαρχηγούς.

Δυο φράσεις σχεδόν ποιητικές που έκρυβαν μέσα τους όλο το πάθος και τη φλόγα. Αλλά δεν είναι μόνο αυτές. Είναι πάρα πολλές. Σίγουρα δεν θα χωρέσουν όλες σε αυτό το αφιέρωμα. Ίσως να χωρέσουν οι πιο σημαντικές.

Μία από αυτές απευθυνόταν στον Ιμπραήμ όταν ο Αιγύπτιος εφάρμοσε την τακτική της καμένης γης για να αντιμετωπίσει το αντάρτικο του Κολοκοτρώνη: «Όχι τα κλαριά να μας κόψεις, όχι τα δένδρα, όχι τα σπίτια που μας έκαψες, μήτε πέτρα απάνω στην πέτρα να μη μείνει, εμείς δεν προσκυνάμε. Μόνο ένας Έλληνας να μείνει, πάντα θα πολεμούμε. Και μην ελπίζεις πως τη γη μας θα την κάνεις δική σου, βγάλ’ το από το νου σου».

Σε μια από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία αυτού του τόπου, όταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έκατσε στο εδώλιο του κατηγορουμένου για εσχάτη προδοσία, ο αρχιστράτηγος των Ελλήνων συγκλόνισε το ακροατήριο, όταν ερωτηθείς «τι επάγγελμα έχεις;», έδωσε την ιστορική απάντηση: «Στρατιωτικός. Κρατάω σαράντα εννιά χρόνους στο χέρι το ντουφέκι και πολεμώ για την πατρίδα».

Μετά την έκδοση της καταδικαστικής απόφασης σε βάρος του που τον οδηγούσε στην γκιλοτίνα, κάποιος έσκυψε, του φίλησε τα χέρια και του είπε: «άδικά σε σκοτώνουν, στρατηγέ» και εκείνος του απάντησε: «καλύτερα που με σκοτώνουν άδικα, παρά να με σκότωναν δίκαια»!

Με σημερινούς όρους θα μπορούσε να πει κάποιος πως ο Γέρος του Μοριά ήταν «ατακαδόρος» και με τον τρόπο αυτό κέρδιζε τον συνομιλητή του. «Οι Έλληνες είναι τρελλοί, αλλά έχουν Θεόν φρόνιμον» είχε πει μια φορά, ενώ σε κάποια άλλη αποστροφή του λόγου του είχε τονίσει ότι «Το Γένος μας και άλλες φορές σταυρώθηκε, αλλά ιδού ζώμεν».

Ο Κολοκοτρώνης θα μπορούσε με τον λόγο του να σε προβληματίσει: «Το ‘’αν’’ εσπάρθη πολλές φορές, αλλά δεν εφύτρωσε» αλλά και να σε τρομάξει όταν ήθελε να επιβληθεί. Όπως τότε που κατά γενική ομολογία κατάφερε να σώσει την επανάσταση στην Πελοπόννησο όταν απέναντι στην τρομοκρατία που είχε επιβάλει με το περιβόητο «προσκύνημα» του ο Ιμπραημ, εκείνος βροντοφώναξε το ιστορικό πλέον «τσεκούρι και φωτιά στους προσκυνημένους».

Είχε και χιούμορ, όμως. «Κι ευγενέστατο, κι ενδοξότατο, κι εκλαμπρότατο, κι εξοχώτατο, και μεγαλειότατο, και μονάχα παναγιώτατο δε μ’ ωνομάσανε» ή «μαζευτήκαμε οκτώ-εννιά, τα παιδιά μου, κάτι ξαδέλφια, κάτι ανίψια και μαζί με το άλογό μου εμείς οι τρελοί ήμασταν δέκα».

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια